ACONCAGUA – Ο ΠΕΤΡΙΝΟΣ ΦΡΟΥΡΟΣ

Το ταξίδι του Ορειβατικού Καλαμάτας στις Άνδεις το 2008-09, η ανάβαση στην ACONCAGUA (6962 μ), μια μοναχική εξόρμηση στην Παταγονία, Ατακάμα η πιο ξηρή έρημος του πλανήτη, οι ψηλότεροι θερμοπίδακες στο κόσμο.... Αυτά και αρκετές ακόμη περιπέτειες περιγράφονται στο άρθρο που ακολουθεί και απεικονίζονται στις μοναδικές φωτογραφίες στο τέλος του κειμένου. Απολαύστε τα...  (το άρθρο είναι όπως ακριβώς δημοσιευτικε στο περιοδικό μας στο τεύχος 9)

 

ACONCAGUA – Ο ΠΕΤΡΙΝΟΣ ΦΡΟΥΡΟΣ

   Την περίοδο Δεκεμβρίου 2008 – Ιανουαρίου 2009 ο Σύλλογός μας πραγματοποίησε ορειβατική αποστολή στις Άνδεις επιτυγχάνοντας την ανάβαση στην υψηλότερη κορυφή του κόσμου πέραν των Ιμαλάϊων. Πρόκειται για το όρος Αconcagua (υψ. 6962μ) που κατά την πιο επικρατούσα εκδοχή το όνομά του σημαίνει: «ο πέτρινος φρουρός» Η αποστολή διήρκεσε 26 ημέρες και κατά το διάστημα αυτό συνέβησαν πάρα πολλά πράγματα σε διάφορες περιοχές και σε διαφορετικά κάθε φορά πρόσωπα. Εκτός του ορειβατικού τμήματος που ήταν και το κυρίαρχο, το ταξίδι επεκτάθηκε από την πιο ξηρή έρημο του κόσμου και τους υψηλότερους θερμοπίδακες έως την γη της τελευταίας ελπίδας (ultima esperanza – Παταγονία). Επεκτάθηκε από τους φοβερούς ανέμους του Torres del Paine στην καυτή έρημο Ατακάμα και από την παγωμένη Ευρώπη στο εμπόλεμο Ισραήλ. Θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε την εμπειρία μας μέσα από παράλληλες ιστορίες όσο το δυνατόν πιο συνοπτικά λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον περιορισμένο χώρο αυτών των σελίδων.

 

Το ταξίδι – μια περιπέτεια

   Η περιπέτεια είχε αρχίσει πριν ξεκινήσει η αποστολή. Λίγες εβδομάδες πριν την αναχώρηση ανακαλύψαμε ότι, από παρανόηση του πρακτορείου, τα εισιτήρια που είχαμε κλείσει δεν θα μας πήγαιναν στο Σαντιάγκο της Χιλής αλλά στο Σαντιέγκο της Καλιφόρνια στη Βόρεια Αμερική. Το γεγονός αυτό παραλίγο να ματαιώσει το ταξίδι μας. Το ταξίδι τελικά ξεκίνησε αλλά με κόστος μια απίστευτη διαδικασία για την αλλαγή των εισιτηρίων που κράτησε ως τις πρώτες πρωινές ώρες της ημέρας που θα αναχωρούσαμε.

   Τελικά την Τετάρτη 17-12-08 βρισκόμαστε στο αεροπλάνο στην πτήση προς Μαδρίτη. Μαζί μας, κατά λάθος, βρίσκεται και μια βαλίτσα που προοριζόταν για …Γερμανία. Το βράδυ προσγειωνόμαστε στο αεροδρόμιο Μπαράχας της Μαδρίτης και μια ώρα μετά επιβιβαζόμαστε στην πτήση για τη Χιλή. Δυστυχώς όμως το αεροπλάνο ποτέ δεν ξεκινάει. Μετά από δυο ώρες που περιμένουμε μέσα σε αυτό μας ενημερώνουν ότι η πτήση ακυρώνεται. Κάποιοι λένε ότι υπήρχε ειδοποίηση για βόμβα, κάποιοι άλλοι μιλάνε για τεχνικά προβλήματα. Διανυκτερεύουμε στη Μαδρίτη και την επόμενη το μεσημέρι απογειωνόμαστε επιτέλους για το νότιο ημισφαίριο. Η πτήση έχει διάρκεια 13 ώρες και μας οδηγεί στην πρωτεύουσα της Χιλής όπου φτάνουμε λίγο πριν τα μεσάνυχτα σε τοπική ώρα. Εκεί μας περιμένει μια ακόμη περιπέτεια. Η νομοθεσία της Χιλής είναι ιδιαίτερα αυστηρή στην εισαγωγή ορισμένων ειδών τροφίμων θέλοντας να προστατεύσει τις τοπικές ποικιλίες από προσμίξεις και ξενόφερτες ασθένειες. Έτσι όταν ανακαλύπτεται ότι η βαλίτσα που προοριζόταν για τη Γερμανία ήταν γεμάτη με ξηρούς καρπούς, φρούτα και τοπικά Μεσσηνιακά προϊόντα, σημαίνει συναγερμός! Ο Γιώργος ο οποίος δήλωσε ιδιοκτήτης συλλαμβάνεται και καλείται να δώσει εξηγήσεις. Μετά από αρκετές ώρες αντεγκλήσεων και ένα τσουχτερό πρόστιμο 150 δολαρίων καταφέρνουμε να απεμπλακούμε. Όσο για το περιεχόμενο της βαλίτσας..! Ή θα έπρεπε να το φάμε επιτόπου ή να καταστραφεί…

   Το επόμενο μεταφορικό μας μέσο ήταν ένα μικρό βαν που θα μας μετέφερε στην Αργεντινή. Στη παρέα μας είχε προστεθεί ο Μάρκο, ένας Γερμανός που και αυτός στόχευε να ανέβει στο Αconcagua.

   Το Αconcagua βρίσκεται στην Αργεντινή σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τα σύνορα με τη Χιλή. Ωστόσο για να πάρεις τη σχετική άδεια ανάβασης στο βουνό θα πρέπει να ταξιδέψεις εως τη πόλη Μεντόζα της Αργεντινής. Η διαδρομή προς τη Μεντόζα διέσχιζε κάθετα τις Άνδεις περνώντας δίπλα από το Εθνικό Πάρκο Αconcagua. Ο δρόμος ελισσόταν μέσα σε εντυπωσιακά φαράγγια, τούνελ και κάτω από πανύψηλες κορυφές. Δίπλα μας βλέπαμε τον παλιό εγκαταλειμμένο σιδηρόδρομο, ένα τιτάνιο για την εποχή του έργο καθώς προσπαθούσε να σταθεί πάνω σε τεράστιες πλαγιές που συνεχώς κατέρρεαν.

   Στη Μεντόζα φτάσαμε κατά τις 10:00 το πρωί. Πρόκειται για μια πόλη ενός εκατομμυρίου κατοίκων στους πρόποδες των Άνδεων πνιγμένη στο πράσινο. Εδώ μείναμε μια ημέρα και αγοράσαμε τις άδειες ανάβασης για το βουνό. Μεγάλη εντύπωση μας έκανε η σχέση των κατοίκων με τη μουσική. Παντού συναντάγαμε ανθρώπους να τραγουδάνε και να παίζουν μουσική. Η μεγαλύτερη έκπληξη ήταν όταν το ίδιο βράδυ στο μεγαλύτερο πάρκο της πόλης πετύχαμε μια συναυλία κλασσικής μουσικής. Την επόμενη μέρα με το λεωφορείο της γραμμής φτάσαμε στην είσοδο του Εθνικού Πάρκου Αconcagua αφού πρώτα περάσαμε από όλα τα ενδιάμεσα χωριά. Πριν όμως προχωρήσουμε στην περιγραφή της ανάβασης στα 6962μ θα αλλάξουμε χρόνο και θα μεταφερθούμε στις τελευταίες μέρες του ταξιδιού…………..

 

   ……….Το μεσημέρι της Δευτέρας 5 Ιανουαρίου 2010 μας βρίσκει να οδηγούμε ένα βαν με κατεύθυνση βόρεια. Το ορειβατικό κομμάτι έχει τελειώσει και στις μέρες που μας απέμειναν ταξιδεύουμε με διάθεση εξερεύνησης. Η Χιλή είναι η πιο «μακριά» χώρα του κόσμου με μήκος 4300χλμ και μέσο πλάτος 200χλμ.

   Κινούμαστε κατά μήκος της Παναμέρικα, του δρόμου που διασχίζει την Αμερική από βορά προς νότο σε μια περιοχή που είναι γνωστή ως η περιοχή με τα 10.000 ορυχεία. Μια αεροφωτογραφία εδώ θα έδειχνε κάτι που θα έμοιαζε με ελβετικό τυρί. Η Χιλή έχει μεγάλο ορυκτό πλούτο και είναι η πρώτη χώρα σε παραγωγή χαλκού παγκοσμίως. Στον παραλιακό οικισμό Λος Βίλος βλέπουμε σε μικρή απόσταση να υπάρχουν βουνά από μεταλλεύματα καθώς και τεράστιες ειδικά κατασκευασμένες προβλήτες για μεταφόρτωση σε πλοία.

   Το βράδυ φτάνουμε στην όμορφη και γραφική πόλη La Serena την δεύτερη πιο παλιά πόλη στη Χιλή. Είναι επίπεδη με κύριο γνώρισμα την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της. Το επόμενο πρωί επισκεπτόμαστε την εντυπωσιακή παραλία στον Ειρηνικό ωκεανό. Έχει τεράστιο πλάτος και μήκος και σ’ αυτήν συναντάμε πλήθος κόσμου και δραστηριότητες όπως ποδόσφαιρο και ιππασία.

   Ένα γνώρισμα της ακτογραμμής είναι το μόνιμο σύννεφο ομίχλης. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που εκτείνεται σε ένα πλάτος μερικών χιλιομέτρων πάνω από την ακτή και το οποίο εξαφανίζεται όσο προχωράμε στο εσωτερικό. Παρ’ όλη την ομίχλη δεν βρέχει ποτέ. Άλλωστε εδώ βρίσκεται και η περίφημη έρημος Ατακάμα η πιο ξηρή έρημος του κόσμου. Λέγεται ότι στο εσωτερικό της δεν έχει καταγραφεί ποτέ βροχή κατά τους ιστορικούς χρόνους.

   Συνεχίζοντας βόρεια εισχωρούμε όλο και πιο βαθιά μέσα στην Ατακάμα. Εδώ οι οικισμοί είναι ελάχιστοι και κάποια στιγμή ξεμένουμε από βενζίνη. Ευτυχώς ένα διερχόμενο φορτηγό μας δίνει λίγη βενζίνη που είναι αρκετή για να φτάσουμε στον παραλιακό οικισμό Caldera. Εδώ συναντάμε αρκετό κόσμο και οι παραλίες είναι γεμάτες. Μια ομάδα παιδιών κάνουν βουτιές δίπλα στις ψαρόβαρκες. Διανύουμε τον Ιανουάριο που στο νότιο ημισφαίριο σημαίνει περίοδος για μπάνια. Η θάλασσα όμως δεν είναι τόσο καθαρή όσο έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα και κάποιοι που επιχείρησαν να βουτήξουν αποθαρρύνονται.

   Μας έχουν απομείνει λίγες μέρες ακόμη και συζητάμε για το πώς θα τις περάσουμε. Μια δελεαστική πρόταση είναι να ξεκουραστούμε σε κάποια παραλία του Ειρηνικού. Όμως σε ένα σύλλογο όπου διακατέχεται από το πνεύμα της αναζήτησης και το στοιχείο της περιπέτειας κάτι τέτοιο δε θα μπορούσε να είναι αποδεκτό… Έτσι, μετά από έντονες συζητήσεις αποφασίζουμε να διασχίσουμε χωρίς στάσεις την Ατακάμα εως το βορειοδυτικό άκρο της για να δούμε τους υψηλότερους θερμοπίδακες του κόσμου στη δυτική πλευρά των Άνδεων.

   Για τις επόμενες 11 ώρες κινούμαστε μέσα στην έρημο διασχίζοντάς την διαγώνια. Οδηγούμε εναλλάξ μέσα στη νύχτα για να φτάσουμε στις 4:30 το πρωί στο περίφημο χωριό Σαν Πέδρο ντε Ατακάμα στα 2440μ. Είναι η ώρα που ξεκινάνε τα γκρουπ για τα γκέυζερ. Μέσα στους στενούς και σκοτεινούς χωμάτινους δρόμους του χωριού καταφέρνουμε να εντοπίσουμε τα πρώτα τζιπ. Οι θερμοπίδακες βρίσκονται σε ένα δυσπρόσιτο σημείο ψηλά στις Άνδεις και η καλύτερη ώρα για να τους δεις είναι γύρω στις 6 το πρωί. Έτσι τα οργανωμένα γκρουπ ξεκινάνε στη μέση της νύχτας. Μη γνωρίζοντας τη διαδρομή ακολουθούμε τις ομάδες αυτές που κινούνται με δυνατά 4Χ4 οχήματα. Σε λίγο σχηματίζεται ένα κομβόι από τζιπ που κινείται μες στο σκοτάδι πάνω σε κακοτράχαλους χωματόδρομους. Ευτυχώς το βανάκι μας αντέχει τις 2 ώρες της σκληρής διαδρομής.

   Το πάρκο θερμοπιδάκων El Tatio Geysers είναι παγκοσμίως γνωστό. Βρισκόμαστε σε ένα τεράστιο υπαίθριο ατμόλουτρο. Η γη βρίσκεται σε αναβρασμό, στήλες καπνού αναδύονται από δεκάδες σημεία. Εδώ υπάρχουν 64 θερμοπίδακες που ο καθένας εκτινάσσει ένα καυτό υγρό μαζί με ατμό σε ύψος πολλών μέτρων. Λιμνούλες με καυτό νερό και ατμούς σχηματίζονται σε διάφορα σημεία. Είναι η ώρα της ανατολής και στον ορίζοντα εμφανίζονται ονειρικά χρώματα. Το θέαμα είναι μοναδικό. Όμως σε καμία περίπτωση δεν αισθάνεσαι ότι κάνεις ένα ζεστό ατμόλουτρο. Το αντίθετο, βρισκόμαστε στα 4300μ στο υψηλότερο πάρκο θερμοπιδάκων του κόσμου και η θερμοκρασία είναι αρκετούς βαθμούς κάτω από το μηδέν. Κάποιοι έχουν αρχίσει να επηρεάζονται από το μεγάλο υψόμετρο.

   Επιστρέφοντας κάνουμε μια στάση στο χωριό Σαν Πέδρο ντε Ατακάμα. Το Σαν Πέδρο είναι μια όαση μέσα στην έρημο. Βρίσκεται απομονωμένο στο ανατολικό όριο της Ατακάμα κάτω από τις πανύψηλες κορυφές των Άνδεων δίπλα στα σύνορα με τη Βολιβία και την Αργεντινή. Η βλάστηση οφείλεται στα νερά που κυλούν από τις Άνδεις. Τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε τουριστικό προορισμό λόγω της θέσης του μέσα σε ένα από τα ποιο εντυπωσιακά σκηνικά της νοτίου Αμερικής. Ηφαίστεια και κορυφές ύψους 6000μ, αλυκές, εντυπωσιακοί αμμόλοφοι, φλαμίνγκος, γκέυζερς είναι μερικές από τις εικόνες που συναντά κανείς εδώ. Επίσης το ίδιο το χωριό με τα πλίθινα κτίρια και τους χωμάτινους δρόμους αποτελεί πόλο έλξης. Σίγουρα η περιοχή θέλει να της αφιερώσεις περισσότερο χρόνο.

   Η επιστροφή γίνεται στο ίδιο στιλ: έχουμε φορέσει ένα βανάκι και είμαστε συνέχεια σε κίνηση. Κάνουμε μια στάση στην Αντοφαγκάστα το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας. Το βράδυ σταματάμε σε ένα ψαράδικο οικισμό με δυο τρία σπίτια. Βρίσκουμε μια ταβέρνα πάνω στα βράχια. Το σκηνικό μας μεταφέρει πολλές δεκαετίες πίσω. Απολαμβάνουμε τα φρέσκα ψάρια. Συνεχίζουμε ολονυχτίς προς το νότο. Το πρωί μας βρίσκει στο Viva del Mar και στο Valparaiso. Το Viva del Mar αποτελεί τουριστικό θέρετρο και έχει όλα τα συμπτώματα της βαριάς τουριστικής ανάπτυξης. Βρίσκεται πάνω στη θάλασσα και ανάμεσα στις παραλίες και το έντονο εσωτερικό ανάγλυφο υψώνονται ξενοδοχεία μεγαθήρια. Η εικόνα αυτή μας ακολουθεί για πολλά χιλιόμετρα. Βέβαια οι παραλίες: τεράστιες αμμουδιές που εναλλάσσονται με απόκρημνα βράχια είναι πανέμορφες. Σε κάποια παραλία δοκιμάζουμε τα νερά του Ειρηνικού. Κάποιος ανοίγεται πιο μέσα. Αμέσως εμφανίζεται ένα σκάφος του Λιμενικού και τον υποχρεώνει να κολυμπήσει προς την ακτή, γιατί όπως είπαν, είχε ανοιχτεί σε επικίνδυνα νερά.

   Το Valparaiso είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας και ένα από τα μεγαλύτερα της Νοτίου Αμερικής. Βρίσκεται κοντά στο Σαντιάγκο. Περιπλανηθήκαμε με το αυτοκίνητο στην πόλη. Το ανάγλυφο πέρα από την ακτή είναι έντονο με ψηλούς λόφους και ρεματιές. Όλη αυτή η περιοχή είναι γεμάτη με παράγκες. Οι εικόνες αυτές είναι πρωτόγνωρες για μας. Επιστρέφουμε στο κέντρο της πόλης όπου και περιπλανιόμαστε για μερικές ώρες. Ξαφνικά στην πρόσοψη ενός μεγάλου κτιρίου διαβάζουμε στα ελληνικά την επιγραφή «Σχολείο Ελλάς 1864» Μας προκαλεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός. Το απόγευμα επιστρέφουμε στο Σαντιάγκο. Έχουμε συμπληρώσει 60 συνεχόμενες ώρες μέσα στο αυτοκίνητο μαζί με τις στάσεις.

    Το επόμενο απόγευμα βρισκόμαστε στο αεροδρόμιο για την επιστροφή. Τα προβλήματα και οι περιπέτειες δεν μας εγκαταλείπουν. Οι υπάλληλοι επιμένουν να πληρώσουμε ένα μεγάλο ποσό γιατί βρήκαν τις αποσκευές μας υπέρβαρες. Επικρατεί πανικός. Μέσα στο πλήθος του κόσμου που περίμενε αδειάζουμε τους σάκους και αρχίζουμε να παίρνουμε τα μισά πράγματα ως χειραποσκευές…

   13 ώρες αργότερα στη Μαδρίτη μας περιμένει μια ακόμη έκπληξη. Κατεβαίνουμε φορώντας σορτσάκια και κοντομάνικα ενώ όλοι γύρω μας είναι ντυμένοι με βαριά παλτά. Τα πάντα έξω είναι καλυμμένα με ένα παχύ στρώμα χιόνι. Η μισή Ευρώπη είναι αποκλεισμένη από τη βαρυχειμωνιά. Όλες οι πτήσεις έχουν ακυρωθεί. Από το καλοκαίρι του Ειρηνικού ωκεανού βρεθήκαμε στον πιο βαρύ Ευρωπαϊκό χειμώνα. Μας στέλνουν σε ένα χώρο για να βρούμε άλλη πτήση. Εκεί μας περιμένει ένα σοκ. Μια ατελείωτη σειρά κόσμου έχει σχηματιστεί μπροστά από τους υπαλλήλους. Μετά από έξι ώρες αναμονή στην ουρά φτάνουμε στο γκισέ. Πλησίαζαν μεσάνυχτα. Η πιο σύντομη επιλογή για να γυρίσουμε πίσω ήταν μέσω Τελ Αβίβ. Το αεροπλάνο όμως έφευγε σε λίγα λεπτά. Έπρεπε να τρέξουμε για να προλάβουμε. Με τη ψυχή στο στόμα φτάσαμε στο κτίριο που γινόταν η αναχώρηση.

    Απουσιάζαμε περίπου ένα μήνα και δυστυχώς δεν παρακολουθούσαμε τις ειδήσεις. Το διάστημα εκείνο το Ισραήλ βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με του Παλαιστινίους. Ήταν η περίοδος που οι Ισραηλινοί βομβάρδιζαν ανηλεώς τη λωρίδα της Γάζας. Μια περίοδος που είχε συγκλονίσει την παγκόσμια κοινή γνώμη. Στο αεροδρόμιο του Τελ Αβίβ υπεστήκαμε έναν εξονυχιστικό έλεγχο. Αδειάσαμε και ξαναγεμίσαμε όλες μας τις αποσκευές. Μερικοί κινδυνέψαμε να μείνουμε εκεί όταν οι Ισραηλινοί είδαν στο διαβατήριό μας ότι είχαμε επισκεφτεί τόσες πολλές μουσουλμανικές περιοχές και ειδικότερα τη Λιβύη. Τελικά την τελευταία στιγμή επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο για Αθήνα το οποίο έφυγε με καθυστέρηση λόγω του ότι περίμενε εμάς. Στην Αθήνα έφτασαν οι μισές αποσκευές μας. Τις υπόλοιπες τις έστειλαν μετά από αρκετές εβδομάδες.

 

Η προσέγγιση στο βουνό.

   …..Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2008 απόγευμα. Βρισκόμαστε σε μια μικρή ανάβαση εγκλιματισμού στα 3000μ πάνω από τον οικισμό Los Penitentes λίγα χιλιόμετρα από την είσοδο του Εθνικού Πάρκου Αconcagua. Η θέα των μυτερών κορυφών πάνω από τον οικισμό είναι εντυπωσιακή.

   Την επόμενη το πρωί βρισκόμαστε στη είσοδο του Εθνικού Πάρκου στο σημείο Horcones στα 2850μ. Εδώ γίνεται ο έλεγχος των αδειών μας και μας δίνονται οδηγίες σχετικά με τις απαγορεύσεις μέσα στο πάρκο. Τμήμα του εξοπλισμού μας θα μεταφερθεί με μουλάρια στην κεντρική κατασκήνωση. Τον υπόλοιπο τον μεταφέρουμε στη πλάτη μας. Εγώ κουβαλάω περίπου 18 κιλά βάρος.

   Το μονοπάτι κινείται σε αλπικό τοπίο κατά μήκος του ποταμού Horkones με θέα πάντα το ίδιο το βουνό και τις παγωμένες κορυφές του. Είναι φαρδύ καλογραμμένο με ήπια κλίση και περνά πάνω από το ρέμα μέσω αιωρούμενων γεφυρών. Σε τρισίμιση ώρες περίπου έχουμε φτάσει στη κατασκήνωση Confluencia στα 3400μ. Η κατασκήνωση βρίσκεται σε μια επίπεδη περιοχή μέσα στην κοιλάδα Horkones και οριοθετείτε με ξύλινη περίφραξη. Στην είσοδο περνάμε από έλεγχο και πρόχειρες εξετάσεις. Τακτοποιούμαστε σε μια μεγάλη σκηνή και καθόμαστε για φαγητό. Εδώ συναντάμε και τον Μάρκο τον Γερμανό φίλο μας που είχαμε γνωρίσει στο αεροδρόμιο. Το απόγευμα κάνουμε μια μικρή ανάβαση εγκλιματισμού στις πλαγιές ανατολικά. Το τοπίο είναι μοναδικό έτσι όπως αναδύεται στη δύση του ήλιου. Το επόμενο πρωί ξεκινάμε μια διαδρομή εγκλιματισμού εως την κατασκήνωση plaza Francia στη νότια πλευρά του βουνού. Μισό χιλιόμετρο μετά το ξεκίνημά μας αφήνουμε το πολυσύχναστο μονοπάτι που πάει βόρεια για να στρίψουμε ανατολικά και να κινηθούμε μέσα σε ένα εντυπωσιακό φαράγγι. Η διαδρομή είναι ξεχωριστή. Τρεχούμενα νερά, παγετώνες, κορυφές σα βελόνες, παγοκαταρράκτες, επίπεδες ξερές επιφάνειες είναι εικόνες που συνεχώς εναλλάσσονται στο διάβα μας. Ανεβαίνοντας αρχίζουμε να αισθανόμαστε και την επίδραση του υψομέτρου. Κάποιοι προχωράνε πιο αργά. Κάποια στιγμή αρχίζει να μας χτυπά δυνατός άνεμος. Ο ήλιος είναι καυτός και δυσκολεύει περισσότερο την κατάσταση. Κάνουμε μια μικρή στάση και συνεχίζουμε. Περπατάμε περίπου 5 ώρες. Οι συνθήκες χειροτερεύουν. Εγώ επηρεασμένος από το υψόμετρο σταματώ. Λίγο αργότερα κάθεται μαζί μου και ο Γιώργος. Οι υπόλοιποι συνεχίζουν. Βρισκόμαστε αρκετά πάνω από τα 4000μ υψόμετρο. Η θέα από εδώ κόβει την ανάσα. Απέναντί μας ορθώνεται το νότιο τείχος του βουνού. Πρόκειται για την πιο εντυπωσιακή και όμορφη πλευρά του. Κάθετοι βράχοι, παγοκαταρράκτες, σέρακ, παγετώνες που κρέμονται και είναι έτοιμοι να ξεκολλήσουν, χιονοστιβάδες που συνεχώς πέφτουν είναι τα στοιχεία που αποτελούν το τεράστιο νότιο πρόσωπο του Αconcagua. Κάθε απόπειρα ανάβασης από εδώ μοιάζει με αυτοκτονία. Ωστόσο κάποιοι έχουν προσπαθήσει και κατορθώσει αυτό που φαντάζει αδύνατο… Σε λίγο επιστρέφουν και οι υπόλοιποι και όλοι μαζί γυρίζουμε πίσω. Ένας πιο ισχυρός άνεμος μας ταλαιπωρεί. Επιστρέφουμε στην Confluencia έχοντας περπατήσει συνολικά 9 ώρες.

   Ορισμένοι ζουν μια μικρή περιπέτεια. Τέσσερις της ομάδας ανεβαίνουν μια μικρή ράχη πάνω από την κατασκήνωση χωρίς να προσέξουν την απαγορευτική πινακίδα. Κατεβαίνοντας τους περιμένουν οι ρέιντζερς όπου τους παίρνουν τις άδειες ανάβασης. Η αιτία είναι ότι είχαν παράνομα εισέλθει σε αρχαιολογικό χώρο όπου γινόταν ανασκαφές και είχαν εντοπιστεί αρχαίες κατοικίες των Ίνκας. Τελικά ύστερα από αρκετή ώρα και πολλές συνεννοήσεις τα χαρτιά επιστρέφονται με τη νότα ότι αν επαναληφθεί παρόμοια συμπεριφορά θα εκδιωχθούν από το πάρκο.

   Η επομένη είναι η μέρα προώθησης στην επόμενη κατασκήνωση. Ξεκινάμε στις 8 το πρωί φορτωμένοι με όλα μας τα πράγματα. Ακολουθούμε κοινή διαδρομή με τη χθεσινή μέρα εως το σημείο διασταύρωσης των δύο κυρίων ρεμάτων. Το ένα είναι αυτό που πήραμε χτες. Κατεβαίνουμε χαμηλά στην αντίθετη κατεύθυνση προς τη κοίτη. Μπερδευόμαστε και χάνουμε για λίγο το μονοπάτι. Είμαστε μπροστά στα ορμητικά νερά του ποταμού. Ψάχνουμε για πέρασμα και τελικά βρίσκουμε τη στενή γέφυρα πιο κάτω στο ποτάμι. Κάποιοι όμως πήραν αντίθετη κατεύθυνση. Περιμένουμε για αρκετή ώρα απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τις αξέχαστες εικόνες από τα καραβάνια των μουλαριών που διασχίζουν τα ορμητικά νερά. Κάποια στιγμή εμφανίζεται και ο τελευταίος της ομάδας μας. Στη προσπάθεια του να περάσει απέναντι πέφτει στα παγωμένα νερά. Δημιουργείται αναταραχή και εκνευρισμός. Τελικά αφού αλλάζει τα βρεγμένα ρούχα συνεχίζουμε την πορεία μας.

   Το επόμενο τμήμα είναι ανηφορικό μέχρι που βγαίνουμε σε μια σχεδόν επίπεδη ξερή περιοχή. Στη συνέχεια εισερχόμαστε σε μια τελείως άγονη κοιλάδα γεμάτη άμμο και πέτρες. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την καρδιά της ερήμου αν στο μέσο της κοιλάδας δεν έτρεχαν τα νερά των παγετώνων που έλιωναν. Περπατάμε για πολλές ώρες σε αυτό το τοπίο κάτω από έναν πολύ καυτό ήλιο. Μετά από μια σύντομη στάση αρχίζει και πάλι ανηφόρα μέσα σε μια περιοχή γεμάτη σάρες. Το μονοπάτι είναι πολύ καθαρό και προχωράμε ξεχωριστά με το δικό του ρυθμό ο καθένας. Εγώ προχωράω αργά ενώ αισθάνομαι πιο έντονη την κούραση λόγω του υψομέτρου Μερικές ώρες αργότερα ανασυντασσόμαστε μπροστά σε ένα διαλυμένο κτίριο. Πρέπει να ήταν παλιό καταφύγιο που εγκαταλείφτηκε μετά από κάποια καταστροφή.

   Μπροστά μας βλέπουμε μια μεγάλη ανηφόρα. Ξεκινάμε. Μετά την πρώτη μεγάλη ανηφόρα εμφανίζεται δεύτερη και στη συνέχεια μια πορεία σε λόφους. Με πολύ κόπο φτάνω στην κατασκήνωση plaza de Mulas στα 4300μ. Δείχνουμε τις άδειες στους υπεύθυνους και πάμε στο χώρο που προορίζεται για το στήσιμο των σκηνών….

   Το βράδυ μέσα στον υπνόσακο κάνει πολύ ζέστη. Δεν μπορώ να κοιμηθώ και να αναπνεύσω κανονικά, έχω πονοκέφαλο. Τα συμπτώματα της νόσου του υψομέτρου έχουν γίνει πιο έντονα. Το πρωί σηκώνομαι με δυσκολία. Πίνω λίγο τσάι και πάμε όλοι στο γιατρό για εξετάσεις. Το επίπεδο του οξυγόνου στο σώμα μου έχει πέσει στο 70%. Η γιατρός ανησυχεί. Μου ζητά να ξαναπεράσω το απόγευμα αφού πρώτα πιω τουλάχιστον 5 λίτρα υγρά….

   Η κατασκήνωση plaza de Mulas θεωρείται ως η κατασκήνωση βάσης της κλασικής διαδρομής ανάβασης του βουνού. Είναι η μεγαλύτερη και αποτελεί το ορμητήριο των περισσότερων για την ανάβαση στη κορυφή. Σε μια απόσταση 20 λεπτών υπάρχει ένα ξενοδοχείο. Αποφασίζουμε να το επισκεφτούμε. Μου παίρνει πάνω από μισή ώρα να φτάσω εκεί. Περνάμε μέσα από έναν εντυπωσιακό σχηματισμό πάγου τα «penitentes». Πρόκειται για μεγάλη πυκνή σειρά από παγωμένες βελόνες ύψους εως και 4μ που αν και δημιουργεί πανέμορφες εικόνες είναι ταυτόχρονα και ένα εμπόδιο για τον ορειβάτη.

   Η κεντρική σάλα του ξενοδοχείου είναι γεμάτη από σημαίες που κρέμονται από την οροφή και προέρχονται από όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Κάπου βλέπουμε και τη σημαία της Καλαμάτας. Την είχε αφήσει εδώ ο Μανώλης πριν από τρία χρόνια στην πρώτη του απόπειρα να ανέβει το βουνό. Πίνουμε ζεστή σοκολάτα και επιστρέφουμε στις σκηνές. Προσπαθώ να ξεκουραστώ και να κοιμηθώ. Δε τα καταφέρνω. Οι υπόλοιποι φεύγουν για μια ανάβαση εγκλιματισμού. Φτιάχνω ρύζι και το τρώω σχεδόν με το ζόρι. Με αρκετή προσπάθεια καταφέρνω να πιώ άλλα δυο λίτρα υγρά. Είναι απόγευμα όταν αποφασίζω να επισκεφτώ το ιατρείο. Αισθάνομαι αρκετά πιο καλά σε σχέση με το πρωί και πιο αισιόδοξα.

   Έχω οξυγόνο 65%. Η γιατρός χλομιάζει. Καλεί και το δεύτερο γιατρό. Με επανεξετάζουν. Ανακαλύπτουν ότι στον αριστερό πνεύμονα έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται συμπτώματα πνευμονικού οιδήματος. Μου κάνουν ένεση κορτιζόνης και μου λένε ότι θα πρέπει υποχρεωτικά να κατέβω χαμηλά με το ελικόπτερο που έρχεται στις 7:30. Προβάλω κάποιες αντιρρήσεις, λέω ότι αισθάνομαι καλύτερα. Οι γιατροί είναι κατηγορηματικοί. Αν μείνω στο base camp η κατάσταση του πνευμονικού οιδήματος το βράδυ θα χειροτερέψει. Η επομένη είναι μέρα Χριστουγέννων και δεν έρχονται ελικόπτερα. Ο μόνος τρόπος ίασης για όποια μορφή ασθένειας του υψομέτρου είναι η γρήγορη κατάβαση χαμηλότερα. Μου απαγορεύουν επίσης να επιστρέψω.

   Το ελικόπτερο φτάνει στις 8:30. Το φώς έχει αρχίσει να λιγοστεύει. Χαιρετώ την υπόλοιπη ομάδα και επιβιβάζομαι. Παρ’ όλη τη δύσκολη κατάσταση που βρίσκομαι δε μπορώ να μην αισθανθώ μια μικρή ένταση από την πτήση. Μια διαδρομή που χρειάστηκαν δυο μέρες για να την διανύσουμε το ελικόπτερο την κατεβαίνει σε 8 λεπτά. Οι εικόνες της κοιλάδας, των φαραγγιών και των νερών παραμένουν αξέχαστες. Ο πιλότος μου φαίνεται ριψοκίνδυνος και οι ελιγμοί του ελικοπτέρου μες στο φαράγγι δίπλα στα βράχια επικίνδυνοι. Κάποια στιγμή πάνω από ένα διάσελο αισθάνομαι σαν ο δυνατός άνεμος να μας παρασύρει σε πτώση. Τελικά προσγειωνόμαστε ανώδυνα στην είσοδο του πάρκου.

   Βρισκόμουνα μόνος μου στην άκρη του βουνού, στην άλλη άκρη του κόσμου σε ώρες που πολλοί άνθρωποι ετοιμαζόταν για τη ρεβεγιόν των Χριστουγέννων. Ωστόσο οι επόμενες μέρες μου επεφύλασσαν πολύ ιδιαίτερες και ξεχωριστές εμπειρίες…

 

Η τελική ανάβαση.

   Από την plaza de Mulas εως την κορυφή μεσολαβούν τρεις ενδιάμεσες κατασκηνώσεις και 2700μ υψομετρικής διαφοράς. Στις 25/12 η υπόλοιπη ομάδα ξεκίνησε προς τα πάνω. Μια μεγάλη σκηνή και ο εξοπλισμός που δεν χρειαζόταν για την κορυφή έμειναν πίσω. Όλα τα υπόλοιπα εφόδια μεταφέρθηκαν στην επόμενη κατασκήνωση στο camp Canada στα 4900μ. Η διαδρομή έχει μεγάλη κλίση η οποία μειώνεται φτάνοντας στην κατασκήνωση. Ακολουθεί στήσιμο των σκηνών και διανυκτέρευση.

   Τις επόμενες δύο μέρες γίνεται σταδιακή προώθηση στην επόμενη κατασκήνωση την Nido de Condores (5350μ). Την πρώτη μέρα γίνεται ανάβαση εγκλιματισμού και στήνεται μία σκηνή όπου αφήνονται κάποια τρόφιμα. Στη συνέχεια η ομάδα κατεβαίνει πάλι στο camp Canada όπου διανυκτερεύει. Στις 26/12 ξανανεβαίνουν στην Nido de Condores με όλο τον εξοπλισμό αυτή τη φορά. Στήνουν τις υπόλοιπες σκηνές και κοιμούνται εδώ.

   Η επόμενη κατασκήνωση είναι η Berlin στα 5850μ. Στις 28/12 γίνεται στην κατασκήνωση αυτή ανάβαση εγκλιματισμού. Μετά από παραμονή μερικών ωρών στο μεγαλύτερο υψόμετρο επιστρέφουν και πάλι στην Nido de Condores για να περάσουν τη νύχτα. Εν τω μεταξύ ο Πέτρος έχει παρουσιάσει ένα πρόβλημα υγείας και αναγκάζεται να γυρίσει στην κατασκήνωση βάσης όπου και θα περιμένει εκεί τους υπόλοιπους να επιστρέψουν.

   Στις 29/12 ο καιρός χειροτερεύει. Πυκνό χιόνι πέφτει στο βουνό και τα 5 μέλη της ομάδας που έχουν απομείνει αναγκάζονται να περάσουν ακόμη μια μέρα στην κατασκήνωση Nido de Condores κλεισμένοι μέσα στις σκηνές. Η προγραμματισμένη ανάβαση και διανυκτέρευση στη Berlin αναβάλλεται.

   Κατά τη σταδιακή προώθηση στο βουνό όσο το υψόμετρο αυξάνεται οι θερμοκρασίες πέφτουν, ιδιαίτερα τη νύκτα, και οι άνεμοι μπορεί να γίνουν πολύ δυνατοί. Η μόνη πηγή για νερό είναι το χιόνι το οποίο πρέπει να ζεστάνεις και λιώσεις για να το πιείς. Επίσης, επειδή οι κατασκηνώσεις έχουν πολύ κόσμο θα πρέπει να περπατήσεις αρκετά για να το βρεις καθαρό. Εως την Nido de Condores η έμφαση δίνεται στον εγκλιματισμό και την εξοικονόμηση δυνάμεων. Στην Berlin ο στόχος είναι η κορυφή. Προσπαθείς να περάσεις εκεί ένα βράδυ όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα λόγω των συνθηκών και ιδιαίτερα του πολύ μεγάλου υψομέτρου, και να ξεκινήσεις νωρίς για κορυφή.

   Ο καιρός κάποια στιγμή βελτιώνεται και παίρνεται η απόφαση να ξεκινήσουν για την κορφή από τα 5350μ παρακάμπτοντας την Berlin. Η ομάδα από την Καλαμάτα είναι η πρώτη που ξεκινά στις 2:00 το πρωί της 31/12/08. Το κρύο είναι ανυπόφορο. Η θερμοκρασία είναι 20 βαθμούς υπό το μηδέν. Με αργά βήματα φτάνουν στην κατασκήνωση Berlin. Όλοι βρίσκονται μες τις σκηνές. Κανένας δεν έχει ξεκινήσει ακόμη. Μες στο σκοτάδι χάνουν για λίγο το δρόμο μην έχοντας κανέναν να τους οδηγεί. Στην τελική προσπάθεια συμμετέχουν 5 άτομα: ο Αλίμονος Μανώλης, ο Κακλίδης Κώστας, ο Εξηνταβελόνης Γιώργος, ο Φασιλάκης Κανέλος και ο Κωστέας Νίκος. Οι μόνοι έμπειροι σε ψηλό βουνό είναι ο Κώστας με το Μανώλη.

   Σε λίγο ξαναβρίσκουν το μονοπάτι το οποίο σε αυτό το σημείο είναι απότομο. Αργότερα η διαδρομή γίνεται πιο ομαλή. Εδώ υπάρχει και το μικρό ξύλινο και ερειπωμένο καταφύγιο ανάγκης γνωστό ως Independencia το οποίο βρίσκεται σε υψόμετρο 6250μ. Έχει ήδη βγει το πρώτο φως της ημέρας και καθώς ο ήλιος ψηλώνει το κρύο γίνεται πιο υποφερτό. Το μονοπάτι είναι ευδιάκριτο και η ομάδα έχει χωριστεί ακολουθώντας ο καθένας το ρυθμό του μέσα στις αντίξοες συνθήκες του μεγάλου υψομέτρου. Το οξυγόνο είναι λιγοστό στην αραιή ατμόσφαιρα, τα βήματα γίνονται όλο και πιο αργά, η προσπάθεια εντείνεται. Μετά από αρκετές τραβέρσες και εκτεθειμένα περάσματα το μονοπάτι οδηγεί στη βάση της Καναλέτα. Πρόκειται για το πιο δύσκολο και επώδυνο κομμάτι της διαδρομής. Είναι ένα παγωμένο τμήμα μεγάλης κλίσης ύψους 400μ. Η δυσκολία δεν έχει να κάνει τόσο με τις τεχνικές απαιτήσεις του τμήματος όσο με την υπερπροσπάθεια της κάλυψης της υψομετρικής διαφοράς. Τα 400μ σε αυτό το μεγάλο υψόμετρο απαιτούν πολλές ώρες και όλα τα αποθέματα ενέργειας, δύναμης και θέλησης που έχουν απομείνει. Πολλοί από αυτούς που επιχειρούν για την κορυφή εγκαταλείπουν σε κάποιο σημείο της Καναλέτα ξέπνοοι από δυνάμεις. Μετά την Καναλέτα ακολουθεί μια πιο ομαλή τραβέρσα που βγάζει στην νότια κορυφή και στη συνέχεια η ράχη που ενώνει την νοτιά με τη βόρεια κορυφή του Αconcagua στα 6962μ, στο υψηλότερο σημείο της Αμερικάνικης ηπείρου.

   Πρώτος φτάνει ο Κώστας. Είναι μόνος του. Κανένας άλλος ορειβάτης από οποιαδήποτε ομάδα δεν έχει φτάσει ακόμη στην κορυφή. Μια ώρα αργότερα φτάνει ο Κανέλος. Είναι ο μικρότερος της ομάδας ο οποίος για πρώτη φορά ανεβαίνει σε βουνό μεγάλου υψομέτρου. Η χαρά του είναι απερίγραπτη. Όπως το έχει υποσχεθεί χορεύει καλαματιανό γύρω από το μικρό σταυρό της κορυφής. Η θέα από εδώ είναι εκπληκτική. Νοτιοδυτικά φαίνεται το βουνό Tupungato ενώ νότια χαμηλά ο παγετώνας Horcones και η κατασκήνωση Plaza Francia.

   40 λεπτά αργότερα αρχίζουν την κατάβαση. Στην Καναλέτα συναντάνε τον Μανώλη, ο οποίος ανέβαινε μαζί με πολλούς άλλους ορειβάτες από διάφορες ομάδες. Ο Μανώλης κατάφερε και αυτός να φτάσει στην κορυφή. Πλέον στη διαδρομή υπήρχε αρκετός κόσμος και ασφάλεια για να γυρίσει μόνος του. Ο Γιώργος με το Νίκο αντιμετωπίζοντας πολλές δυσκολίες δεν κατάφεραν να φτάσουν στη κορυφή. Ωστόσο, με δεδομένο ότι βρισκόντουσαν για πρώτη φορά σε τέτοιες συνθήκες, τους αξίζουν συγχαρητήρια για αυτό που επέτυχαν.

   Όλοι πλην του Μανώλη που είχε μείνει πίσω μαζεύουν τα πράγματα και κατεβαίνουν την ίδια μέρα στη κατασκήνωση βάσης. Είχαν αφήσει μόνο μια σκηνή για το Μανώλη. Ο τελευταίος επέστρεφε αργά μαζί με μια Γαλλική ομάδα. Η πορεία του προς τα κάτω ήταν περιπετειώδης. Καθυστερεί τραβώντας βίντεο. Στη Berlin κάθεται για λίγο με τη Γαλλική ομάδα. Όταν φτάνει στη κατασκήνωση Nido de Condores έχει νυχτώσει. Είναι επηρεασμένος από το υψόμετρο. Μάταια ψάχνει να βρει τη σκηνή που του έχουν αφήσει. Η θερμοκρασία είναι πολλούς βαθμούς κάτω από το μηδέν. Κινδυνεύει να παγώσει από το κρύο. Σε μια κίνηση απελπισίας βρίσκει μια άδεια σκηνή όπου μπαίνει για να προστατευτεί. Το βράδυ περνά μεταξύ ύπνου, παραισθήσεων και οραμάτων. Η κατάσταση του βελτιώνεται την επόμενη μέρα. Βρίσκει εύκολα τη σκηνή την οποία μαζεύει και κατεβαίνει στην κατασκήνωση βάσης. Είναι η πρώτη μέρα του νέου χρόνου. Στο ξενοδοχείο γιορτάζουν όλοι την επιτυχία της αποστολής καθώς και το νέο χρόνο.

 

Το ταξίδι στην άκρη του κόσμου. Μια προσωπική εμπειρία. ….

   Είχε βραδιάσει και βρισκόμουνα στην είσοδο του Εθνικού Πάρκου Aconcagua. Σε μερικές ώρες θα είχαμε Χριστούγεννα. Για κάποιες στιγμές αισθανόμουνα μόνος στην άκρη του πουθενά. Δεν άργησα να διαπιστώσω ότι έκανα λάθος …

   Είχα δύο επιλογές για το βράδυ. Η μία ήταν σε ένα ξενοδοχείο των 50 δολαρίων τη βραδιά και η δεύτερη σε ένα χόστελ των 10 δολαρίων. Επέλεξα το χόστελ. Εν τω μεταξύ έχοντας κατέβει 2000μ χαμηλότερα αισθανόμουν καλύτερα. Οι άνθρωποι στο χόστελ ήταν ευγενικοί και φιλόξενοι. Μου πρότειναν να φάμε μαζί και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ζήσω ένα πρωτόγνωρο για μένα Χριστουγεννιάτικο βράδυ. Βρέθηκα να τρώω και να πίνω σε μια μικρή χωριάτικη ταβέρνα, στα 2700μ στις Άνδεις, μαζί με 3 Αργεντινούς, 2 Βραζιλιάνους και 3 παιδιά από την Αυστρία σε μια ιδιαίτερα ζεστή ατμόσφαιρα. Οι ιδιοκτήτες της ταβέρνας ήταν κατευθείαν απόγονοι των Ίνκας.

   Το επόμενο πρωί σηκώνομαι νωρίς και εξερευνώ την περιοχή. Βρίσκομαι στο χωριό Puente del Inca μερικά χιλιόμετρα από την είσοδο του πάρκου. Ο οικισμός αποτελείται από μερικά κτίρια και έναν εγκαταλειμμένο σταθμό του τρένου. Το όνομά του σημαίνει: «η γέφυρα των Ίνκας». Δεν άργησα να καταλάβω το γιατί. Λίγο πιο πέρα βρισκόταν ένας εντυπωσιακός φυσικός σχηματισμός όμοιος με γέφυρα. Ένα κόκκινο τεράστιο κομμάτι γρανίτη γεφύρωνε τις δύο πλευρές ενός φαραγγιού, ενώ από κάτω του έτρεχαν αφρισμένα τα νερά του ρέματος. Η περιοχή μύριζε θειάφι και εδώ υπήρχαν ιαματικές πηγές καθώς και ένα εγκαταλειμμένο κτίριο λουτρών.

   Στην περιοχή δεν υπήρχε κάτι άλλο να δεις και αποφάσισα να περάσω στη Χιλή και στο Σαντιάγκο. Όμως ήταν 25 Δεκεμβρίου και δεν περνούσε λεωφορείο σήμερα. Επιστρέφοντας στο χόστελ συναντώ τη νεαρή παρέα από την Αυστρία. Μου προτείνουν να ταξιδέψω μαζί τους με το αυτοκίνητο εως το Σαντιάγκο. Εκπλήσσομαι για το λόγο που βρίσκονταν στην Αργεντινή. Ο David και ο Paul εκτελούσαν κοινωνικό έργο στο Μπουένος Άιρες σε ανταλλαγή με τη στρατιωτική τους θητεία. Η Sofi συμμετείχε στην εθελοντική εργασία…

  Τις επόμενες δυο μέρες τις περνάω στο Σαντιάγκο εξερευνώντας την πόλη. Εδώ όλοι μιλάνε ισπανικά και αντιμετωπίζω αρκετά προβλήματα επικοινωνίας ιδιαίτερα όταν προσπαθώ να ανταλλάξω χρήματα μεταξύ τεσσάρων διαφορετικών νομισμάτων (ευρώ, δολάρια, Αργεντίνικα και Χιλιανά πέσος). Εν τω μεταξύ έχω αρκετές μέρες μέχρι να ξανασυναντήσω την υπόλοιπη ομάδα και τελικά αποφασίζω να τις περάσω εξερευνώντας τη χώρα με προορισμό την Παταγονία.

   Είναι Σάββατο απόγευμα όταν επιβιβάζομαι στο λεωφορείο για ένα μακρύ ταξίδι προς το νότο. Μια νέα έκπληξη με περιμένει. Το εσωτερικό του λεωφορείου είναι ανώτερο και από πρώτη θέση σε αεροπλάνο. Αντί για 4 υπάρχουν 3 καθίσματα-πολυθρόνες ανά σειρά τα οποία μετατρέπονται σε κρεβάτι. Υπάρχει επίσης κουβέρτα και σερβίρονται καφές και αναψυκτικά. Οι 13 ώρες του ταξιδιού περνούν ξεκούραστα. Το επόμενο πρωί φτάνουμε στο Puerto Montt το μεγάλο λιμάνι του νότου.

   Η Χιλή λόγω του μεγάλου εύρους γεωγραφικών πλατών που καλύπτει, θα μπορούσε να περιγραφεί ως η χώρα που περιέχει όλο τον κόσμο. Εδώ συναντάμε κλίματα από το τροπικό και τις ερήμου στο βορά εως το αρκτικό στο νότο και από το μεσογειακό στο κέντρο της χώρας εως το αλπικό και αυτό των υψηλών βουνών στις Άνδεις. Αντίστοιχα από βορά προς νότο χωρίζεται σε ανάλογες γεωγραφικές ενότητες. Το Σαντιάγκο βρίσκεται στη περιοχή της μέσης Χιλής. Αμέσως νοτιότερα είναι η Αρακονία και η περιοχή των Λιμνών. Στο νότιο άκρο αυτής της περιοχής βρίσκεται το λιμάνι του Puerto Montt

   Το σχέδιο είναι να συνεχίσω νότια από το θαλάσσιο δρόμο. Όμως είναι Κυριακή, τα γραφεία για τα εισιτήρια είναι κλειστά και πρέπει να περιμένω εως αύριο που έρχεται το πλοίο. Έτσι έχω χρόνο για μια εξερεύνηση στη πόλη και στη γύρω περιοχή. Το Puerto Montt είναι η πρωτεύουσα της περιοχής των λιμνών, το εμπορικό και αστικό κέντρο και ο βασικός κόμβος μεταφοράς προϊόντων. Επίσης εδώ σταθμεύουν μεγάλα αλιευτικά και μπορείς να βρεις οποιοδήποτε είδος ψαριού. Οι εικόνες στην ψαράδικη αγορά είναι μοναδικές.

   Λίγο βορειότερα όμως υπάρχουν ακόμη πιο ενδιαφέρον περιοχές. Έτσι επισκέπτομαι τον οικισμό Puerto Varas και την κατεξοχήν περιοχή των λιμνών. Πρόκειται για ένα πανέμορφο οικισμό στην όχθη μιας από τις πολλές λίμνες με φόντο τις χιονισμένες κορυφές δυο μεγάλων ηφαιστείων των Άνδεων. Δραστηριότητες όπως πεζοπορία, ιστιοπλοΐα, ορειβασία, ιππασία, ποδήλατο κτλ είναι πολύ δημοφιλείς εδώ. Η περιοχή έχει χαρακτηριστικά βορειοευρωπαϊκής χώρας και θεωρείται από τις ασφαλέστερες στη Λατινική Αμερική. Συναντάω σπίτια σε παραδοσιακή γερμανική αρχιτεκτονική και διαβάζω στον οδηγό ότι τρία ρεύματα Γερμανών μεταναστών έχουν φτάσει εδώ. Το πρώτο ήταν στις αρχές του 20ου αιώνα. Το δεύτερο αποτελούταν από Γερμανούς Εβραίους κυνηγημένους από τους Ναζί και το τρίτο από Ναζί που τους καταδίωκε όλος ο υπόλοιπος κόσμος. Το ερώτημα που προκύπτει είναι το πώς οι δύο τελευταίες ομάδες κατάφεραν να συμβιώσουν…

   Πολλοί νομίζουν πως το νότιο άκρο της Χιλής είναι το πιο απομονωμένο. Κάνουν όμως λάθος. Υπάρχει μια περιοχή βορειότερα με έκταση αντίστοιχη της Ελλάδας που είναι σχεδόν ακατοίκητη και απροσπέλαστη. Πρόκειται για την βόρειο Παταγονία ένα άγριο σύμπλεγμα νησιών, απάτητων δασών, φιορδ, καναλιών και παγετώνων. Δυτικά βρέχεται από τον Ειρηνικό που εδώ είναι ιδιαίτερα ταραγμένος ενώ ανατολικά υπάρχει το παγωμένο τείχος των Άνδεων. Ωστόσο μέσα από το λαβύρινθο των νησιών και καναλιών υπάρχει ένας θαλάσσιος δρόμος και μια εταιρία εκτελεί μεταφορές. Είναι η εταιρία Navimag. Μέχρι πριν λίγα χρόνια τα λιγοστά πλοία της ήταν αποκλειστικά εμπορικά. Όμως μετά από πολλές απόπειρες ακραίων ταξιδευτών να ανέβουν με κάθε τρόπο σε αυτά, η εταιρία μετέτρεψε τμήμα του καραβιού σε επιβατικό με περιορισμένες θέσεις. Αποτελεί σχεδόν μονόδρομο για κάποιον που θέλει να διασχίσει και να δει την περιοχή.

   Μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες στο Σαντιάγκο, τελικά στάθηκα τυχερός σχετικά με τα εισιτήρια, και το απόγευμα της Δευτέρας βρισκόμουν στο κατάστρωμα του πλοίου. Μαζί μου ήταν περίπου άλλα εκατό άτομα που ταξίδευαν με τον ίδιο τρόπο με εμένα, είτε μεμονωμένα είτε σε μικρές παρέες των δύο ή τριών ατόμων. Και σε λίγο διαπίστωσα ότι το να ταξιδεύεις μόνος δεν σημαίνει ότι είσαι και μόνος. Μετά από μικρό διάστημα όλοι στο πλοίο είχαμε γίνει μια μεγάλη παρέα. Εδώ συνάνταγες ανθρώπους όλων των ηλικιών από όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Σύντομα μια ακόμη ψευδαίσθησή μου καταρρίφθηκε. Ο συνολικός χρόνος που θα έλειπα από την Ελλάδα ήταν περίπου ένας μήνας. Νόμιζα ότι ταξίδευα πολύ. Διαπίστωσα όμως ότι όλοι οι συνταξιδιώτες μου, με εξαίρεση μια κοπέλα από την Ιαπωνία, ταξίδευαν πολύ περισσότερο από εμένα. Μερικοί μάλιστα έκαναν το γύρο του κόσμου.

   Τις επόμενες τρεις μέρες το ταξίδι είναι μια αξέχαστη εμπειρία. Περνάμε μέσα από στενά κανάλια ενώ γύρω μας βλέπουμε πολυάριθμα ακατοίκητα ορεινά νησιά με οργιαστική βλάστηση και καταρράκτες που χύνονται μέσα στη θάλασσα. Οι ελιγμοί του πλοίου είναι ιδιαίτερα δύσκολοι και σε κάποια σημεία αναγκάζεται να περάσει μόλις στο ένα μέτρο από τα βράχια. Σε ένα τμήμα της διαδρομής βγαίνουμε στον ανοικτό ωκεανό. Εδώ η θάλασσα είναι άγρια και τα κύματα σκεπάζουν το πλοίο. Κάποια στιγμή βλέπουμε φάλαινες. Στο πλοίο προβάλλονται ντοκιμαντέρ και ταινίες και επίσης γίνονται συχνές ενημερώσεις για τα μέρη που περνάμε. Επιστρέφοντας στα φιόρδ συναντάμε το Λεωνίδα το καράβι φάντασμα που στοιχειώνει τη διαδρομή. Η ιστορία του ντροπιάζει τη χώρα μας. Πρόκειται για ένα φορτηγό πλοίο που ο Έλληνας καπετάνιος του θέλησε να βουλιάξει αφού πρώτα είχε πουλήσει το φορτίο. Όμως το πλοίο έμεινε κολλημένο στον ύφαλο, ο καπετάνιος πήγε φυλακή και η ιστορία μεταδίδεται δυο φορές τη βδομάδα στους ταξιδιώτες του Navimag.

   Στο μέσο της διαδρομής συναντάμε το μοναδικό κατοικημένο σημείο. Είναι το απομονωμένο χωριό Porto Eden. Ντόπιοι με βάρκες πλησιάζουν το καράβι. Το Navimag είναι σχεδόν η μόνη επαφή τους με τον έξω κόσμο. Μια μέρα αργότερα συναντάμε τον μεγαλύτερο παγετώνα της νοτίου Αμερικής. Ο καιρός είναι συννεφιασμένος. Μια βάρκα από το πλοίο φέρνει ένα μεγάλο κομμάτι πάγου. Θα χρησιμοποιηθεί για τα ποτά στη βραδινή γιορτή…

   Μια νέα χρονιά με τον πιο απροσδόκητο τρόπο, στο πιο απροσδόκητο μέσο, στο πιο απροσδόκητο μέρος: στο δρόμο για Παταγονία. Η αλλαγή του χρόνου δε γίνεται την ίδια ώρα σε όλες τις χώρες. Έτσι κάθε εθνικότητα πάνω στο πλοίο γιορτάζει την αντίστοιχη νέα χρονιά για κάθε χώρα και κερνά τους υπόλοιπους. Ξεκινάμε από την Ευρώπη για να φτάσουμε στην Αμερική και τελικά να γιορτάσουμε όλοι μαζί την έλευση του 2009 στην τοπική ώρα…

   Το ταξίδι με το Navimag τελειώνει στο Puerto Natales ένα λιμάνι με 18000 κατοίκους βαθιά κρυμμένο μέσα στα κανάλια της Παταγονίας. Εδώ έχω την πρώτη γεύση της ενδοχώρας. Το κύριο χαρακτηριστικό είναι οι ισχυροί άνεμοι. Μπροστά μου απλώνονται τεράστιες εκτάσεις, είτε πεδινές, είτε με μικρά ομαλά βουνά. Η πόλη αποτελείται από χαμηλά ισόγεια ή διώροφα ξύλινα σπίτια. Μοιάζει σα να είναι ξεχασμένη στο χρόνο και αφημένη σε ένα άδειο τοπίο. Η πρώτη μου ενέργεια είναι να εξασφαλίσω τρόπο επιστροφής. Στη συνέχεια να δω πως θα αξιοποιήσω τις ελάχιστες μέρες που μου απομένουν. Είναι 11:00 το βράδυ όταν πάω για ύπνο. Όμως τόσο μακριά στο νότο αυτήν την ώρα και αυτή την εποχή του χρόνου υπάρχει ακόμα το φως της ημέρας.

   Το κύριο χαρακτηριστικό του Puerto Natales είναι ότι αποτελεί την πύλη για το περίφημο Torres del Paine το πιο διάσημο και το πρώτο σε επισκεψιμότητα Εθνικό Πάρκο όλης της Νότιας Αμερικής. Δυστυχώς έχω χρόνο μόνο για μια σύντομη ημερήσια επίσκεψη…

   Την επομένη το πρωί βρίσκομαι μέσα σε ένα βαν με κατεύθυνση προς το πάρκο. Πριν φτάσουμε σε αυτό επισκεπτόμαστε μια σπηλιά που έχει δημιουργηθεί από τους παγετώνες. Συνεχίζουμε προς το πάρκο, αυτή τη φορά μέσα σε δάσος. Κάποιες πρώτες μακρινές εικόνες βλέπουμε λίγο αργότερα. Είναι πράγματι μοναδικές, όμως σύντομα χάνονται πίσω από λόφους. Μέσα από το αυτοκίνητο δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμη τι πρόκειται να συναντήσουμε. Φτάνουμε στο σημείο της πρώτης και μεγαλύτερης στάσης. Περπατάμε για λίγο διασχίζοντας μια κρεμαστή γέφυρα πάνω από ένα αφρισμένο ποτάμι. Ακολουθεί ένα όμορφο δάσος και …. μετά έρχεται η αποκάλυψη!!! Βρισκόμαστε σε μια μεγάλη αμμουδερή παραλία στην όχθη μιας λίμνης στην οποία υπάρχουν πάγοι μεγάλοι και μικροί οι οποίοι έχουν ξεκολλήσει από τον παγετώνα απέναντι και έχουν προσαράξει εδώ. Υπάρχουν επίσης τεράστιοι μπλε πάγοι. Το φόντο σε αυτό το σκηνικό είναι οι πράγματι εντυπωσιακές κάθετες κορυφές, άλλες παγωμένες με παγετώνες να κρέμονται από αυτές, άλλες γυμνές μαύρες που υψώνονται σαν βελόνες. Δεν έχω ξαναδεί ποτέ κάτι παρόμοιο. Διασχίζω την αμμουδιά και προχωράω σε μια βραχώδης προεξοχή με θέα τον παγετώνα και τα μπλε παγόβουνα. Επιστρέφοντας διαπιστώνω τον άγριο χαρακτήρα του πάρκου . Ένας δυνατός άνεμος με χτυπά και με το ζόρι στέκομαι όρθιος. Η άμμος της παραλίας μου μαστιγώνει το πρόσωπο. Εδώ ο καυτός ήλιος με την καταιγίδα (ή την χιονοθύελλα) και τις φοβερές ριπές του ανέμου εναλλάσσονται πολλές φορές την ημέρα.

   Εως το απόγευμα συνεχίζουμε την περιήγησή μας είτε με το αυτοκίνητο είτε με τα πόδια. Ένα απίστευτο σκηνικό ξετυλίγεται συνεχώς μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας. Αποτελείτε από πολλές μικρές και μεγάλες λίμνες (μερικές είναι πλωτές), ποτάμια, καταρράκτες, λιβάδια, παγετώνες και βέβαια τις φοβερές κορυφές που η θέα τους κόβει την ανάσα. Οι πιο εντυπωσιακές είναι οι los Torres τέσσερις κορυφές σαν κέρατα, η μία δίπλα στην άλλη.

    Δυστυχώς όμως πρέπει να φύγω για να προλάβω το λεωφορείο για την πόλη Punta Arenas 250 χλμ νότια. Η Παταγονία μοιράζεται ανάμεσα στη Χιλή και την Αργεντινή και η Punta Arenas είναι μεγαλύτερη πόλη και πρωτεύουσα της Χιλιανής πλευράς. Βρίσκεται επάνω στο περίφημο κανάλι, την στράτα του Μαγγελάνου. Εδώ είναι η γη του πυρός, η γη της τελευταίας ελπίδας μια περιοχή συνδεδεμένη με θρύλους για μυθικά πλάσματα και με ακραίες ιστορίες επιβίωσης και αποικιών. Νότια από εδώ βρίσκονται τα τελευταία σύνορα της κατοικημένης γης, το νοτιότερο σημείο της αμερικανικής ηπείρου και οι πιο άγριες θάλασσες του κόσμου γύρω από το ακρωτήριο Χορν…

Κώστας Φύκιρης